Γράφει ο Ηλίας Μπαζίνας
Το πόσο βαθιά σφυρηλατήθηκε το κράμα της ψυχής μου από τις φωνές αυτές, το κατάλαβα πριν λίγες μέρες, όταν έμαθα ότι πέθανε ο «Γύφτος», κι ένιωσα ότι ένα κομμάτι από τη νιότη μου πάει, χάθηκε πια μαζί με τις θύμησες, που η υπόκρουσή τους ήταν τα τραγούδια εκείνα, τα τότε. Υπόκρουση για μένα, όχι επιλογή.
Και τώρα φεύγουν οι άνθρωποι του κόσμου εκείνου και ο κόσμος τούτος, εμάς που μένουμε, αρχίζει να μας αφορά όλο και πιο λίγο.
Είναι περίπτωση ο Αγγελόπουλος. Αφήνει κενό, που δεν εξηγείται απλά, ακόμα κι αν αναλογιστούμε ότι οι ΛΑΪΚΟΙ καλλιτέχνες συχνά είναι συνάμα και λαϊκοί ΗΡΩΕΣ και ο χαμός τους ορφανεύει πολύ κόσμο. Όμως, ο Αγγελόπουλος δεν ήταν ΜΟΝΟΝ μεγάλος λαϊκός καλλιτέχνης. Ήταν ακόμα δύο πράγματα, πιο σπάνια και με μεγαλύτερο βάρος. (Τουλάχιστον για τη δική μου νοοτροπία). Ήταν «ΕΘΝΙΚΟΣ» καλλιτέχνης, για μια ζωντανή «εθνική» μειοψηφία, τους τσιγγάνους, που κυριολεκτικά τραγουδάει όπως αναπνέει. Και, πάνω απ’ όλα, ήταν ΦΥΛΑΡΧΟΣ.
Μην πάει το μυαλό σε πολιτικές εξουσίες, επειδή λέμε «φύλαρχος». Αυτά για τους τσιγγάνους είναι τρίχες. Εδώ μιλάμε για κυριαρχία στις ψυχές, βασισμένη πάνω στην αιώνια πραγματικότητα του ΑΙΜΑΤΟΣ. Μπροστά στο φύλαρχο, ο σύγχρονος πολιτικός ηγέτης «πολιτισμένων» ομάδων είναι ένα ηλεκτρονικό καραγκιοζάκι που πουλάει κάποιο ιδεολογικοεμπορικό «προϊόν». Εκτός αν -πράγμα απίθανο- είναι και «φύλαρχος». Διαφορετικά είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένας ικανός τεχνοκράτης, που παράγει κοινωνικό έργο και συνακόλουθα εκτιμάται από όσους ξέρουν τι τους γίνεται, και στη χειρότερη ένα ανδρείκελο ή ένας αρχιγκάγκστερ.
Κηδεύτηκε ο Τζον Κένεντι και έπηξε η γη στο ταρατατζούμ, μεγαλύτερη πολιτική φιέστα από την απονομή των όσκαρ! Η αποθέωση της αμερικάνικης μόστρας, σε όλα τα επίπεδα, από παρέλαση πυραύλων μέχρι μοντελάκια. Στεγνά τα μάτια. Και ξαφνικά, αχ, ξαφνικά, ακούστηκαν οι γκάιντες να ολολύζουν. Οι πίπιζες. Από το χωριό των προγόνων του σκοτωμένου, πέρα από τον ωκεανό, η φάρα των Κένεντι είχε έρθει για να αποχαιρετήσει το νεκρό φύλαρχο. Άκουγες τους ιρλανδούς να θρηνούν και σου ερχόταν να γονατίσεις. Φοβερή στιγμή, όταν η ψυχή του λαού κλαίει τον αρχηγό της. Συχνά αφόρητη αν ο αρχηγός συμβαίνει να είναι μαζί και όλα τα όνειρα ενός λαού. Πεθαμένα, χαμένα για πάντα.
Μου λένε ότι ακόμα και σήμερα στα βουνά της Σονόρα, στο Μεξικό, κάποιοι γέροντες «βλέπουν» από μακριά να καλπάζει το άσπρο άλογο του Ζαπάτα, σημάδι ότι ο ήρωας ζει. Πώς να πιστέψει ο λαός ότι χάθηκε οριστικά εκείνος, που ενσάρκωνε τα όνειρά του; Λίγα πράγματα υπάρχουν, πιο σπαραχτικά από την ερώτηση: «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;».
Όταν ο λαός κηδεύει κάποιον, που του έδινε μεγαλείο, όσο ζούσε, ο πόνος του εκδηλώνεται με λατρευτικούς συμβολισμούς, που είναι δύσκολο να μην συγκινήσουν και τον εχθρό ακόμα. «Τέρας» ήταν ο Αττίλας για τον πολιτισμό μας. Όμως, ο τρόπος που κηδεύτηκε, σου φέρνει μια μελαγχολία. Ξέροντας οι ούνοι ότι τελείωσαν για πάντα, χωρίς τον τρομερό τους αρχηγό, έβαλαν το σώμα του σε μια χρυσή σαρκοφάγο, την χρυσή σε μια ασημένια, και την ασημένια σε μια ατσάλινη. Και έθαψαν την σαρκοφάγο βαθιά στην ιλύ του Δούναβη, σκότωσαν τους σκαφτιάδες, και κάλπαζαν με τα άλογα τους ώρες πάνω από τον τόπο της ταφής. Να μην βρεθεί ποτέ από κανένα βέβηλο. Και μετά χάθηκαν από την Ιστορία…
Η κηδεία του Αγγελόπουλου ήταν κηδεία ΜΕΓΑΛΟΥ. Που ήταν και λαϊκό είδωλο, και εθνικό σύμβολο για τους «τσιγγάνους» του και «φύλαρχος» και καμάρι και καταξίωση. Και όλα αυτά δεν ερμηνεύουν τις εκδηλώσεις της λατρείας…