Συνάντησα τυχαία έναν παλιόφιλο, 55άρη παρέα με τον 20χρονο γιο του. Είπαμε να πιούμε έναν καφέ μαζί, να τα πούμε μετά από χρόνια. Τελικά η συνάντηση κράτησε περισσότερο από μιάμισυ ώρα. Τι είδα; Δυο άνθρωποι, δυο γενιές διαφορετικές, όμως ίδια μυαλά στο… ”θέμα Ολυμπιακός”. Την ποδοσφαιρική ομάδα που γεννήθηκε σα σήμερα 10 Μαρτίου, το 1925.
Ολυμπιακός, ρε. Ο-λυ-μπι-α-κός. Το λέει, το φωνάζει και γεμίζει ο στόμας του. Πώς θα το κάνουμε. Είναι και το όνομα. Δεν γίνεσαι ο θρύλος, αν δεν διαθέτεις όνομα, να το βάζει ο καθένας εύκολα στη γλώσσα, αλλά και του χώνεται βαθειά στο μυαλό. Άλλο Ηρακλής, Παναθηναϊκός, Πανιώνιος, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, ΟΦΗ, Άρης, δεν έχουν τον ηχητικό μαγνητισμό της λέξης «Ολυμπιακός» και δεν εκπέμπουν την ίδια συναισθηματική φόρτιση.
Ψάχνεται ο ερευνητής. Γιατί ο Ολυμπιακός έγινε η ομάδα με τον περισσότερο κόσμο. Δύσκολη η απάντηση. Σίγουρα δεν είναι τα περισσότερα πρωταθλήματα της. Είναι, επιμένω, και το όνομα. Άλλο να σε φωνάζουν από πιτσιρικά Αλέξανδρο κι άλλο Αλέκο. Έτσι είναι. Όταν μια ζωή ακούς να σε λένε Μήτσο κι όχι Δημήτριο, πολύ δύσκολα να γίνεις κάτι ξεχωριστό. Διαμορφώνει στο άτομο διαφορετική ψυχολογία, όχι το πώς σε βάπτισαν, αλλά το πώς σε αποκαλούν.
Έτσι είναι. Όταν σε λένε Σάκη, Λάκη, Μάκη, Βάκη, τι μπορείς να γίνεις; Κανένας υδραυλικός, κουρέας, γκαρσόνι, ποτέ υπουργός, γλύπτης, δικηγόρος. Κι αν σε λένε Κούλη, Ρούλη, Νούλη, θα γίνεις κομμωτής, ταξιτζής ή τηλεπαρουσιαστής σε κανάλι της αρπαχτής.
Ο-λυ-μπι-α-κός, ρε. Θρύλος, ρε. Αρρώστια, σύφιλη. Το χειρότερο AIDS. Αυτό είναι ο Ολυμπιακός.
Ολυμπιακός είναι ζεϊμπέκικο, είναι τζατζήκι, χασίσι, είναι και τσαμπουκάς, μαγκιά, είναι και θέατρο σκιών ο Καραγκιόζης, ασβεστωμένη αυλή, συνοικία το Όνειρο, όλα που παραπέμπουν στη φτώχεια και την καλή καρδιά. Όλα αυτά τα συμβολίζει ο Ολυμπιακός όχι ντίσκο, μανεκέν, αρώματα, Μύκονο, παραλία. Θάλασσα έχει ο Ολυμπιακός, αλλά όχι παραλία. Μιλάμε για λιμάνι, κύριος. Για Πασαλιμάνι και ιχθυόσκαλα, μέσα και η λαχαναγορά.
Έχουμε και λέμε, λοιπόν. Ο Ολυμπιακός ως ιδέα δεν εκφράζει τον σπόρτσμαν, τον θιασώτη της αθλητικής ιδέας, τον πλουτοκράτη, τον κατεστημένο, τον βολεμένο. Όχι, βέβαια. Δεν λέμε τώρα τι πράγματι είναι και τι δεν είναι ο Ολυμπιακός. Λέμε τι συμβολίζει. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Βάλε και το άλλο στο λογαριασμό. Γάβρους θα βρεις και εφοπλιστές, και βιομήχανους, και golden boys, όχι μόνο παιδιά της λαϊκής τάξης, της οικοδομής και του μεροκάματου.
Λοιπόν. Όλοι οι άλλοι, λένε, αγαπάνε και να υποστηρίζουν τη δική τους ομάδα, αλλά όχι με το μοναδικό πάθος του οπαδού του Ολυμπιακού, ο οποίος δεν βάζει τίποτα άλλο πάνω από την τρέλα του, την ομάδα του. Αν πηγαίνει καλά ο Ολυμπιακός, τότε ο γάβρος είναι τρισευτυχισμένος, έστω κι αν οι δουλειές του είναι στα κάτω, κι έχει προβλήματα οικογενειακά, σεξουαλικά, αισθηματικά. Δεν τρέχει τίποτα, δικέ μου. Ο Ολυμπιακός τον ανεβάζει, τον φτιάχνει όσο κανένα άλλο αφροδισιακό. Τον εργάτη, τον υπάλληλο, τον μικροεπαγγελματία, τον λαχαναγορίτη.
Να, γιατί ο Ολυμπιακός, και ειδικά ο Ολυμπιακός, είχε καταγραφεί ως κοινωνικό φαινόμενο. Κάποια εποχή, όλοι οι ολυμπιακοί, δηλαδή οι μισοί Έλληνες, δεν μπορούσαν να δουλέψουν ήρεμα, να παράξουν, διότι η ομάδα τους έτρωγε ξύλο στα γήπεδο από τον αντίπαλο και ήταν ανίκανη να πάρει το πρωτάθλημα. Εντάξει, θα στεναχωρηθεί και ο βάζελος και το χανούμι αν χάσουν πρωτάθλημα, αλλά δεν θα τα βάψουν μαύρα. Δεν θα τους εκτροχιάσει τη ζωή. Μιλάμε για μάζες γάβρων, όχι μεμονωμένες, όχι μικρές ποσότητες οπαδών που σε ακραίους βαθμούς τους βρίσκεις σ’ όλες τις ομάδες.