Δεν την λες ”εγκληματία” την Βάσω επειδή έκανε για δυο χρόνια βίζητες στο πιο τουριστικό βουνό της Βουλγαρίας. Η ”επιστροφή” της στο Μπάνσκο δεν έγινε με τη δική της επιθυμία. Απεναντίας. Το τελευταίο που σκεφτόταν, από τότε που η ζωή της έγινε κανονική, ήταν να ξαναβρεθεί, να ”επιστρέψει” στο Μπάνσκο. Δεν μπορούσε να πει ”όχι” στον σύζυγό της, να βρει μια δικαιολογία στην πρόταση του να πάνε για σκι με τις δυο κορούλες τους. Κανονισμένο ήταν το τριήμερο με φιλικό ζευγάρι παρέα.
Κάθε εικόνα που είχε διαγράψει από τη μνήμη της η Βάσω, μετά από δέκα χρόνια έρχεται στα μάτια της, πίνοντας καφέ και περιμένοντας να έρθουν οι άλλοι για πρωϊνό. Την πλησιάζει άγνωστος και με μισό χαμόγελο την καλημερίζει: ”Γεια σου, τι κάνεις…”.
– Σίγουρα κάνετε λάθος. Με περάσατε για άλλη…
Ο άγνωστος άντρας κάθισε δίπλα της. ”Δεν κάνω λάθος…” και με νόημα της λέει ”Είμαι βέβαιος ότι έχουμε ξαναβρεθεί οι δυο μας, μάλιστα εδώ, στο βουνό… ”.
Εμφανίζεται ο Γιώργος, ο σύζυγος της Βάσως. ”Συμβαίνει κάτι;…”. Με προσπάθεια να σβήσει την αναστάτωση της λέει στον άντρα της ”Ό κύριος με πέρασε για γνωστή του…”.
Ο Γιώργος ήξερε, όμως. Η Βάσω δεν ήξερε πως ο άντρας της γνώριζε το θαμμένο παρελθόν της.
Ηρωϊκό βεβαίως το Μπάνσκο, και απάτητο από τον Τούρκο. Τετρακόσια χρόνια ήταν ο Οθωμανός στην Ελλάδα, πεντακόσια στην Βουλγαρία. Και όπως δεν πλησίασε ποτέ τη Μάνη, έτσι δεν κατάφερε να καταλάβει το Μπάνσκο, βουνό μέχρι δύο χιλιόμετρα υψόμετρο. Ειδικά την πρώτη δεκαετία του αιώνα μας το καταπάτησαν τα καγιέν από Ελλάδα, λόγω του χιονοδρομικού κέντρου, ελβετικών συμφερόντων.